Τη μισή αλήθεια είπε πάλι ο επίτροπος Όλι Ρεν αναφερόμενος στην Ελλάδα και το Μνημόνιο. Έριξε την ευθύνη στις κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου, κατά 70% και 30% αντιστοίχως, για το ότι η Ελλάδα ξέφυγε από κάθε έλεγχο και δεν έλαβε κανένα μέτρο για να αποτρέψει την κρίση, αλλά, όταν αναφέρθηκε στο Μνημόνιο, επέκρινε τη χώρα μας λέγοντας ότι δεν το εφάρμοσε, ενώ αγνόησε τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Η κυβέρνηση Καραμανλή απέκρυψε "το εξωφρενικό έλλειμμα 15,6%", ενώ η κυβέρνηση Παπανδρέου αδιαφόρησε. Η χώρα υπέπεσε σε πολιτική απάτη, υποστηρίζει ο Όλι Ρεν. Αν είναι όμως έτσι, η γραφειοκρατία των Βρυξελλών δεν είναι άμοιρη ευθυνών αλλά συνυπεύθυνη, αφού έκανε "πλάτες" στους εκάστοτε εκλεκτούς της στην Αθήνα, αντί, ως όφειλε, να ελέγχει τα στοιχεία. Όταν, μάλιστα, ήρθε η ώρα των Μνημονίων, στήριξε τις κυβερνήσεις που συγκρότησαν οι δύο "κακοί μαθητές της".
Ας έρθουμε τώρα στην άλλη "αλήθεια" του Όλι Ρεν, ότι δηλαδή φταίνε οι κυβερνήσεις και το εγχώριο πολιτικό σύστημα για τα μέτρα που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα. Και τα μικρά παιδιά πλέον γνωρίζουν ότι η τρόικα επέβαλε και οι κυβερνήσεις εφάρμοσαν μια πολιτική εσωτερικής υποτίμησης, συνέπεια της οποίας είναι η μαζική ανεργία, η δραματική μείωση των μισθών και των συντάξεων, οι εργασιακές σχέσεις - λάστιχο, η εκθεμελίωση του κοινωνικού κράτους. Αυτή ήταν η "τεγνογνωσία" για την οποία μιλάει ο Όλι Ρεν. Ζητά δε ως "θεραπεία" ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση του δημόσιου τομέα, ενώ τονίζει ότι πρέπει να προστατευθούν οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες! Εδώ η υποκριτική ευαισθησία του ξεπερνά κάθε όριο. Ζητάει προστασία των κοινωνικών ομάδων τις οποίες έπληξε η τιμωρητική πολιτική της επεκτατικής λιτότητας!
Ο Όλι Ρεν επιμένει σε μια πολιτική που απειλεί τη συνοχή της Ε.Ε., διευρύνει το χάσμα πλουσίων και φτωχών και δεν έχει ίχνος κοινωνικής δικαιοσύνης. Κατά τα άλλα, φαντάζει μάλλον ως ειρωνεία η άποψή του ότι οι εταίροι δέχτηκαν να χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα και να την κρατήσουν στο ευρώ. Ο Ευρωπαίος επίτροπος γνωρίζει περισσότερο από τον καθένα ότι σχεδόν το σύνολο των νέων δανείων προς την Αθήνα πηγαίνει στις ευρωπαϊκές τράπεζες, επιστρέφει δηλαδή στους δανειστές.