Τώρα τα κατάλαβαν όλ' αυτά ο Σαμαράς και ο Δένδιας; Τώρα τα πληροφορήθηκαν; Ή μήπως έπρεπε να χυθεί αίμα (αίμα ελληνικό, γιατί από τ' άλλο...) για να τα αξιολογήσουν ως σοβαρά, ως επικίνδυνα και ως χρήζοντα αντιμετώπισης;
Και όταν βοούσε το σύμπαν; Όταν η αντιπολίτευση, αλλά και κάποιες εφημερίδες ξεσήκωναν τον κόσμο; Όταν οι φωτογραφίες και τα βίντεο τα άκρως αποκαλυπτικά (και ενοχοποιητικά για την ΕΛ.ΑΣ.), κατέκλυζαν το Διαδίκτυο; Όταν οι καταγγελίες των «αυτοπτών» φιγουράριζαν στον Τύπο, τότε γιατί κοίταζαν αλλού;
Αλλά εντάξει, να τα δεχτούμε τα σημερινά ως έμπρακτη μεταμέλεια, ας πούμε. Καλώς τα παιδιά, λοιπόν. Καλώς ήρθατε στην πραγματικότητα...

Καλοδεχούμενες οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες οι «καθαρτήριες», σε κάθε περίπτωση. Έστω κι αν γίνονται κάτω από το κράτος της ανάγκης της πιεστικής. Επειδή απλώς δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς σήμερα. Βλέπετε, το φονικό στο Κερατσίνι αποτελεί σημείο-τομή. Είμαστε πλέον όλοι υποχρεωμένοι να μιλούμε για πριν και για μετά απ' αυτό. Καλοδεχούμενες οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες, καλοδεχούμενη η παρεμβατική πρεμούρα του Νίκου Δένδια, καλοδεχούμενοι και οι νέοι ρυθμοί της Δικαιοσύνης, οι εντελώς πρωτόγνωροι γι' αυτήν. Αρκεί να μη μείνει εκεί η όλη κυβερνητική κινητικότητα. Αρκεί να συνεχιστεί, να διευρυνθεί και -προπάντων- να φτάσει ώς το τέλος. Να μην πρόκειται δηλαδή για σπασμωδικές κινήσεις, για κινήσεις εντυπώσεων. Να μην πρόκειται για εκδηλώσεις επικαιρικής μονάχα ευαισθητοποίησης. Που θα τελειώσουν όλα όταν κατακάτσει ο κουρνιαχτός.
Αλλά για να γίνουν έτσι τα πράγματα, για να φτάσει η ιστορία ώς το τέλος, θα πρέπει πρώτα-πρώτα νάχουν αλλάξει μυαλά οι άνθρωποι του στενού περιβάλλοντος του Αντώνη Σαμαρά. Εκείνοι που διαμορφώνουν την πολιτική της Ν.Δ., κατ' επέκταση την κυβερνητική πολιτική. Γιατί ώς τώρα εκεί ακριβώς σκόνταφτε η όποια προσπάθεια, εκεί σκόνταψε ακόμη και το αντιρατσιστικό του Ρουπακιώτη.
Οι άνθρωποι του Μαξίμου, οι οποίοι ήταν, ώς τώρα, προσανατολισμένοι στη στρατηγική της «ενσωμάτωσης», στη λογική του συγγενικού αν όχι του «αδελφού» κόμματος προκειμένου για τη Χ.Α. Ή του ανταγωνισμού μαζί της επί του «κοινού πολιτικού χώρου». Οι άνθρωποι, στον πυρήνα της «ιδεολογίας» των οποίων κυριαρχούσε η ακροδεξιά ατζέντα εφ' όλης της ύλης, με αιχμή τον αντι-μεταναστευτικό τους οίστρο. Με το σκεπτικό ότι έτσι δεν θα αφήσουν χώρο στο νεοναζιστικό μόρφωμα. Και, φυσικά, πετύχαιναν το ακριβώς αντίθετο. Του έστρωναν το χαλί...

Έτσι βλέπουν το πανδημοκρατικό μέτωπο;

Ο πρωθυπουργός, με το διαγγελματικού χαρακτήρα μήνυμά του, ζήτησε τη συμπαράταξη όλων των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων, προκειμένου ν' αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η νεοναζιστική απειλή. Και σε ό,τι μεν αφορά στους στενούς του συνεργάτες που, στην πράξη, ναρκοθετούν το πρωθυπουργικό προσκλητήριο με την επιμονή στην άθλια θεωρία «των δύο άκρων», έχουν ειπωθεί κι έχουν γραφτεί πολλά. Δίχως, ωστόσο, ο Αντώνης Σαμαράς να αισθανθεί την ανάγκη να τους αποδοκιμάσει. Αλλά και πέραν τούτου. Πως είναι δυνατόν να θεωρηθεί ειλικρινής στις προθέσεις του ο πρωθυπουργός, όταν αρνείται τη σύγκλιση του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών επί του θέματος; Την πρόταση που κατέθεσαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Φώτης Κουβέλης και την οποία έσπευσε να υιοθετήσει ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Μια πρωτοβουλία που, εκτός όλων των άλλων, θα έστελνε στην κοινωνία το σωστό μήνυμα. Το μήνυμα του πανδημοκρατικού μετώπου απέναντι στην εγκληματική δράση της Χ.Α. Και, επιτέλους, θα μπορούσαν ίσως οι πολιτικοί αρχηγοί να μιλήσουν, και να συμφωνήσουν ακόμη, για την ανάγκη ριζοσπαστικών νομοθετικών παρεμβάσεων, προς την κατεύθυνση της θωράκισης της Δημοκρατίας.
Η επιχειρηματολογία της απόρριψης της πρότασης, απολύτως σαθρή στη λογική της, είναι επιπλέον και κακόγουστη ως χιλιοφορεμένη. Πρόκειται για την επιχειρηματολογία που προέβαλαν οι πάντες, από τον Σημίτη, ώς τον Καραμανλή και τον Παπανδρέου, προκειμένου να απορρίψουν τις προτάσεις της αντιπολίτευσης για τη σύσταση εξεταστικών ή και προανακριτικών επιτροπών. Ότι δηλαδή, από τη στιγμή που το θέμα, το όποιο θέμα, βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης, δεν έχει τίποτα να κάνει η πολιτική. Λες και δεν είναι -θεσμικά- απολύτως διακριτός ο ρόλος της μίας εξουσίας έναντι της άλλης. Λες και δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν παράλληλα αλλά και συμπληρωματικά, ακόμη και υποβοηθητικά του έργου της μίας προς την άλλη.
Αλλά, φυσικά, δεν πρόκειται περί αυτού. Πρόκειται για την επιλογή του Αντώνη Σαμαρά να έχει απολύτως λυμένα τα χέρια του. Να χειριστεί το ζήτημα όπως μόνο εκείνος κρίνει. Να μη δεσμεύεται, ούτε καν ηθικά (γιατί βεβαίως στο συμβούλιο των αρχηγών δεν λαμβάνονται αποφάσεις δεσμευτικές), από τις ιδέες, τις απόψεις, τις προτάσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας και των πολιτικών αρχηγών.
Ε, και πώς να το κάνουμε, η περί ης ο λόγος επιλογή δεν παρέχει εχέγγυα σταθερότητας και συνέπειας, ούτε καν αποτελεσματικότητας στον χειρισμό της υπόθεσης. Υπάρχει, βλέπετε, ο πρότερος «ανέντιμος» επί του θέματος βίος της κυβέρνησης Σαμαρά...